ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ –ΚΙΝΗΣΕΙΣ –ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ στο ΔΗΜΟΣΙΟ
http://paremvaseisdimosiou.blogspot.gr/ dimosio.paremvasis@gmail.com
ΚΑΤΩ Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΒΟΡΙΔΗ!
ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ/ΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΜΕ ΜΕ «ΜΗΔΕΝ» ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥΣ
Με το ν.4940/2022 «Σύστημα στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, ρυθμίσεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα και άλλες διατάξεις» η κυβέρνηση της ΝΔ και ο Υπουργός Εσωτερικών Βορίδης επιδιώκουν να βάλουν σε εφαρμογή μια ακόμα παραλλαγή της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, μετά από τον ν.4369/2016 (Βερναδάκη) και τον ν.4250/2014 (Μητσοτάκη).Βασικές πλευρές της αξιολόγησης του ν.4940/2022 είναι:
1. Η διαδικασία θα διενεργείται ηλεκτρονικά μέσω πλατφόρμας του Μητρώου Ανθρώπινου Δυναμικού του Δημοσίου υπό τον έλεγχο της Γενικής Γραμματείας Ανθρώπινου Δυναμικού η οποία θα εντοπίζει «διαμορφούμενες τάσεις και ακραίες αποκλίσεις» και θα παρεμβαίνει μέσω της Επιτροπής Εποπτείας για τη διόρθωσή τους, όπως π.χ. «με την κλήση του προϊσταμένου προς παροχή εξηγήσεων» (!!).
2. Από τον αξιολογούμενο θα ακολουθείται υποχρεωτικά το σχέδιο ανάπτυξης των δεξιοτήτων του που κρίνονται μη ανεπτυγμένες, άσχετα από τη δική του γνώμη (άρθ. 8).
3. Καθοριστικό στοιχείο της αξιολόγησης αυτής είναι η «στοχοθεσία». Οι βασικοί στόχοι καθορίζονται έως 20/12 εκάστου έτους για το επόμενο, από τα πάνω, στα πλαίσια του επιτελικού κράτους και η όποια διαφωνία του αξιολογούμενου ως προς τους στόχους ή τον προγραμματισμό παρακάμπτονται αφού η γνώμη του αξιολογητή υπερισχύει. Προκαταβάλλονται κατηγορίες στόχων, που δεν μπορεί να είναι λιγότεροι από τρεις και υποχρεωτικά μπαίνει ως τέτοιος η υλοποίηση των σχεδίων ανάπτυξης δεξιοτήτων των υφισταμένων και καθορίζονται δείκτες μέτρησης, ενώ κι εδώ η Γ.Γ. Ανθρώπινου Δυναμικού θα επιτελεί το ρόλο του «μεγάλου αδελφού», όπως παραπάνω (αρθ. 9). Ενδεικτικό της λογικής του νόμου είναι ότι στους προτεινόμενους στόχους της εγκυκλίου εφαρμογής του μπαίνουν : η μείωση των αναρρωτικών αδειών, η αύξηση των εργασιών με τηλεργασία και η αύξηση των αιτημάτων χρηματοδότησης του φορέα από την ΕΕ, διεθνείς οργανισμούς ή χορηγούς (!) (σελ. 43-44).
4. Η αξιολόγηση των προϊσταμένων (αρθ. 10-11) και των υπαλλήλων (αρθ. 12) γίνεται σε τρεις φάσεις κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς (Ιανουάριο, Μάϊο και Δεκέμβριο) και όχι το επόμενο έτος όπως ίσχυε, με ενδιάμεσες συναντήσεις-συζητήσεις, υποχρεωτικές ή προαιρετικές. Και στις δύο περιπτώσεις η έκθεση αξιολόγησης θα πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτικά τρεις δεξιότητες προς ανάπτυξη και μια έως τρεις αναπτυγμένες (!!). Για τους μεν προϊσταμένους προβλέπεται αριθμητικό σύστημα βαθμολόγησης (αρθ. 11) σχετικά με την επίτευξη των στόχων της μονάδας τους, την ανάπτυξη των τριών δεξιοτήτων που χωλαίνουν (και αναγκαστικά θα χωλαίνουν αφού πάντα πρέπει να υπάρχουν τρεις τέτοιες) και για την λειτουργία της μονάδας τους (για τα δύο τελευταία θα λαμβάνεται υπόψη το έντυπο «σφυγμού ομάδας» που θα συμπληρώνουν στη τρίτη φάση οι υφιστάμενοι), ενώ για τους υπαλλήλους προβλέπεται από την αξιολόγηση έλεγχος των δεξιοτήτων τους και αποτύπωση κι εδώ των τριών που αναγκαστικά θα πρέπει να βελτιώσουν μέσα στην επόμενη χρονιά.
5. Η οργανική μονάδα κάθε φορέα που ευθύνεται για την αξιολόγηση θα πρέπει μαζί με όλα τα άλλα να συνεργάζεται και με το νέο ρόλο που εισάγει ο ν.4940/22 (αρθ. 16-22), τον Σύμβουλο ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού που θα έχει την ευθύνη να επιτηρεί τη πορεία υλοποίησης όσων προβλέπει η διαδικασία της αξιολόγησης.
6. Στοιχείο της κατεύθυνσης του νόμου είναι να εμπεδωθεί η λογική ότι δεν αντιμετωπιζόμαστε όλοι το ίδιο σε σχέση με τις οικονομικές αποδοχές δημιουργώντας κατηγοριοποιήσεις και πρότυπα υπαλλήλων που είναι «πρόθυμοι για όλα», είναι η θεσμοθέτηση του κινήτρου και ανταμοιβής υπαλλήλων (μπόνους) για επιλέξιμους υπαλλήλους που θα ορίζονται μετά από πρόταση προϊσταμένων διευθύνσεων των φορέων ή θα αφορούν συγκεκριμένους φορείς (αρθ. 23-27).
7. Ο νόμος εισάγει επίσης και αξιολόγηση των φορέων μέσω του Κοινού Πλαισίου Αξιολόγησης (αρθ. 29-35) στο οποίο θα εξετάζονται οι φορείς που το ζήτησαν και όσοι έχουν κάνει σωστή και ολοκληρωμένη εφαρμογή του Κ.Π.Α. θα επιβραβεύονται με προτεραιότητα στην κινητικότητα. Άρα δεν αρκεί να λείπουν υπάλληλοι για να προηγηθεί ένας φορέας στην κινητικότητα, πρέπει να έχει «αριστεύσει» και ως προς το Κ.Π.Α. δημιουργώντας έτσι περαιτέρω κατηγοριοποίηση των φορέων.
Ο νόμος Βορίδη, όπως και όλοι οι προηγούμενοι, χρησιμοποιεί την αξιολόγηση των υπαλλήλων του δημοσίου ως μέσο για την εφαρμογή του δόγματος της ατομικής ευθύνης, του ανταγωνισμού – κανιβαλισμού ανάμεσα στους εργαζόμενους, της εντατικοποίησης της εργασίας και του εκφοβισμού - υποταγής των εργαζομένων στις αντεργατικές – αντιλαϊκές κρατικές πολιτικές των κυβερνήσεων. Σε δημόσιες υπηρεσίες διαλυμένες από τις χρόνιες πολιτικές Κυβερνήσεων και Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από 13 χρόνια μνημονίων και δημοσιονομικής επιτήρησης, υποχρηματοδότησης, απαγόρευσης προσλήψεων και ομηρίας δεκάδων χιλιάδων συμβασιούχων, ιδιωτικοποιήσεων και Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.), όπου κουμάντο κάνουν οι εργολάβοι και το κράτος παίζει το ρόλο του «ντίλερ» των ιδιωτικών συμφερόντων, στοχοποιείται ακόμη μια φορά ο τελευταίος τροχός της αμάξης, οι εργαζόμενοι.
Οι εργαζόμενοι/ες στις υπηρεσίες του δημοσίου που πρέπει να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες απαιτήσεις, χωρίς τα απαραίτητα μέσα και πόρους, μέσα σε ένα χάος πολιτικής αυθαιρεσίας, καλούνται να «αναπτύξουν δεξιότητες», όπως «προσαρμοστικότητα» και «ηγετικότητα»! Καλός υπάλληλος θα είναι αυτός που θα προσαρμόζεται σε συνθήκες πίεσης της δουλειάς ή θα ανέχεται να δουλεύει πέρα από το ωράριό του ενώ καλός προϊστάμενος θα είναι αυτός που εκτός της δικής του προσαρμοστικότητας θα είναι και ικανός να επιβάλει αυτήν και στην «ομάδα» που θα ηγείται. Η δουλειά του εργαζόμενου στο δημόσιο πρωτίστως θα ελεγχθεί ως προς την εμπέδωση της λογικής «σκάσε και δούλευε στους στόχους που σου βάλαμε» και δευτερευόντως ως προς την κοινωνική σημασία αυτής. Οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζονται ως εργαλεία που θα κουρδιστούν σωστά και θα ελέγχονται μέσα από τα κουτάκια των προβλεπόμενων εντύπων που θα συμπληρώνονται τακτικά ώστε να πετυχαίνονται «οι στόχοι». Το αν σαν στόχοι μιας κοινωνικά προσανατολισμένης και χωρίς περιττά βαρίδια λειτουργίας του δημοσίου θα ήταν η μη εμπλοκή του κρατικοδίαιτου ιδιωτικού τομέα μέσα στο δημόσιο, η λιγότερη γραφειοκρατία από αυτήν που η υλοποίηση των προγραμμάτων ΕΣΠΑ προϋποθέτει ή η μόνιμη εφαρμογή των ελαστικών εργασιακών σχέσεων δημιουργεί, αυτό δεν μπαίνει στη σφαίρα στοχασμού των δημιουργών του ν.4940/22. Το αν οι υπάλληλοι που καλούνται να «πετύχουν στόχους και να αναπτύξουν δεξιότητες» επαρκούν αριθμητικά για την υπάρχουσα δουλειά τους, κι όχι και για επιπλέον, και πόσο κάτι τέτοιο επηρεάζει την δουλειά τους, δεν προβληματίζει τους ιθύνοντες του νέου αξιολογικού συστήματος. Το αν η εντατικοποίηση και ο αυξανόμενος φόρτος εργασίας επιβαρύνει την ποιότητα και τελικά την κοινωνική σημασία του έργου τους, δεν τους σκοτίζει, το αν ο υπάλληλος καλείται πέρα από τη δική του δουλειά να «εκπαιδεύσει» ξανά και ξανά νεοπροσλαμβανόμενους συναδέλφους/-σσες με συμβάσεις μερικών μηνών που είναι αόρατοι/-ες για το σύστημα αξιολόγησης ενώ το ποσοστό τους είναι πλέον γύρω στο 40% του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου και χωρίς αυτούς/ες πολλές υπηρεσίες του δημοσίου απλά δεν θα λειτουργούσαν, επίσης δεν αφορά τους εμπνευστές του σχεδίου αξιολόγησης κατά Βορίδη.
Οι εργαζόμενοι και εργαζόμενες στο δημόσιο τίποτα δεν έχουμε να κερδίσουμε από την υλοποίηση ενός νόμου που μας αντιμετωπίζει σαν νούμερα και αντικείμενα προς υλοποίηση μετρήσιμων στόχων έξω από τις πραγματικές ανάγκες των υπηρεσιών μας και της κοινωνίας. Αντίθετα φορτώνει την ήδη επιβαρυμένη από την υποστελέχωση δουλειά μας με ένα διαρκές γραφειοκρατικό πρόγραμμα, στερώντας πολύτιμο χρόνο από ουσιαστικότερα πράγματα και καλλιεργώντας ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό και την αντιπαλότητα για το κυνήγι του μπόνους. Οι εργαζόμενοι με την αλληλεγγύη μεταξύ τους και προς την κοινωνία, την οποία πρωταρχικά καλούνται να εξυπηρετήσουν με την εργασία τους σε δύσκολες για όλες και όλους συνθήκες, με αντίσταση σε κάθε αυταρχική συμπεριφορά των κυβερνώντων και με κριτήριο το πώς η εργασία μας θα εξυπηρετεί την κοινωνική πλειοψηφία και όχι το καπιταλιστικό κέρδος, θα αγωνιστούμε και αυτή τη φορά ενάντια στον νόμο Βορίδη και στο σύνολο των αντεργατικών – αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων του κράτους.
Με απεργία-αποχή από όλες τις διαδικασίες στοχοθεσίας και αξιολόγησης. Με συλλογικές, δημοκρατικές διαδικασίες στα σωματεία μας, με αποφάσεις συνελεύσεων, με επιτροπές αγώνα, κόντρα στη φίμωση που μας επιβάλλει ο κυρίαρχος υποταγμένος συνδικαλισμός, να διεκδικήσουμε τα αυτονόητα: Αυξήσεις μισθών που να υπερκαλύπτουν την ραγδαία αύξηση του κόστους ζωής, μονιμοποίηση των συμβασιούχων και προσλήψεις με σταθερή σχέση εργασίας για όλους/όλες, μείωση του χρόνου εργασίας, χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας και όχι των καπιταλιστικών κερδών. Απέναντι σε όλες τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου και το σφαγείο των εργατικών και κοινωνικών κατακτήσεων που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση.